Κάθε φορά που
μια εξουσία παίρνει μια απόφαση με πολιτικό κόστος, η βασική της ανταγωνίστρια,
φτιάχνει μέτωπο εναντίον της πρώτης, ή έστω εναντίον της πολιτικής της πρώτης.
Το 1975 ήταν
μέτωπο κατά της δικτατορίας, το 1981, το 1993 και το 2009 μέτωπο κατά της δεξιάς,
το 1989 και 2004 μέτωπο κατά της διαφθοράς, το 1998 κατά του Καποδίστρια, το 2010 κατά του
Καλλικράτη, το Μάιο του 2012 μέτωπο κατά του δικομματισμού και του μνημονίου. Κάποιες
φορές τα μέτωπα αυτά ήταν μια αναγκαιότητα, κάποιες άλλες ήταν απλά παλληκαρισμοί
και προμετωπίδες λαϊκισμού. Και τώρα τι;
Αυτή τη φορά
έχουμε δυο μέτωπα. Μέτωπο κατά της επιστροφής στη δραχμή από τη μία, μέτωπο
κατά του Μνημονίου από την άλλη.
Κοινό χαρακτηριστικό
και των δυο μετώπων: η πολιτική του αντί. Η τοποθέτηση όχι θετικά, αλλά
αρνητικά προς την πραγματικότητα. Επίσης κοινό χαρακτηριστικό τους, ότι μάλλον
προσπαθούν να χάσουν και οι δυο, αλλά όχι εις βάρος τρίτων, αλλά μόνον εις
βάρος ο ένας του άλλου (προφανώς υπό το βάρος των ευθυνών που συνεπάγεται η διακυβέρνηση
του τόπου τους επόμενους μήνες) .
Είχαμε ένα
δικομματισμό επί 31 χρόνια: ΝΔ εναντίον ΠΑΣΟΚ. Γαλάζιοι εναντίον Πράσινων. Φιλελεύθεροι
εναντίον Σοσιαλιστών. Και τον Μάιο τον καταδικάσαμε υποτίθεται. Καταδικάσαμε άραγε
μόνο τους συγκεκριμένους πόλους του δικομματισμού, ή καταδικάσαμε τη λογική του
δικομματισμού; Η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι τελικά απλά καταδικάσαμε τον
έναν από τους δυο πόλους, το ΠΑΣΟΚ, και τον αντικαταστήσαμε με άλλον, το
ΣΥΡΙΖΑ. Ο διπολισμός ζεί και βασιλεύει και ανθεί και προοδεύει. Και συνθλίβει τους
υπόλοιπους, πράγμα μάλλον λογικό ως συνέπεια. Έχουν άραγε διαφορά οι δυο πόλοι;
Νομίζω πως
είναι πόλοι πιο ειλικρινείς, πιο κατασταλαγμένοι και ιδεολογικά σαφείς.
Από τη μια η
νέα ΝΔ με εμφανώς αντικρατικιστικές θέσεις, με λογική απελευθέρωσης αγοράς,
μείωσης του κράτους, αξιοποίησης με κάθε τρόπο της κρατικής περιουσίας και των
φυσικών πόρων της χώρας, με πατριωτικό εθνοκεντρικό προφίλ και ταυτότητα
ακραιφνώς ευρωπαϊκή. Βασικό της επιχείρημα η ανάπτυξη (για να είμαστε και
δίκαιοι το φωνάζει ο αρχηγός της δυο χρόνια τώρα και το έβαλε και ως όρο στην
υπογραφή του τον περασμένο Νοέμβριο, αλλά μόλις προχθές το απεδέχθησαν οι
εταίροι μας).
Για να
καταφέρει την ανάπτυξη, προτείνει :
(α) τη μείωση των φόρων σε όλους (αυτό
βοηθά και στο πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και
έμμεσα και στο πρόβλημα της ανεργίας) και
(β) την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών
προγραμμάτων (ΕΣΠΑ), ώστε να τονωθεί η αγορά και η παραγωγικότητα και να μειωθεί
η ανεργία (με προσλήψεις πάντα και μόνο στον ιδιωτικό τομέα).
Τη
γραμμή αυτή ακολουθεί απαρέγκλιτα δυο χρόνια τώρα. Τη συνεπικουρεί με κατάργηση του νόμου Ραγκούση
για την ιθαγένεια των μεταναστών, μονομερή ανακήρυξη της ΑΟΖ και βαθιά πατριωτικές θέσεις σε όλα τα εθνικά
θέματα, ενώ κατάφερε να αποκτήσει και διεθνείς συμμάχους στην πολιτική της (κυρίως
από Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ιταλία) σχηματοποιώντας ένα κάποιο μέτωπο
μέσα στην Ευρώπη κατά της υπάρχουσας πολιτικής, την οποίαν επιβάλλει η Γερμανία.
Μειονεκτήματα της
ΝΔ: (α) η αποτυχημένη διακυβέρνηση 2004-2009 (για την οποίαν όμως δεν ευθύνεται
ο σημερινός αρχηγός της, ο οποίος άλλωστε το 2004 ούτε υπουργός ούτε βουλευτής της
ήταν, σε αντίθεση πχ με τον αρχηγό των ΑΝ.ΕΛ.), (β) η στήριξή της στην
κυβέρνηση Παπαδήμου και (γ) η επικοινωνιακή της δυσκαμψία, εξαιτίας της οποίας αφενός
συχνά αδικείται από την κοινή γνώμη (όχι πάντα άδικα) και αφετέρου «δέχεται εύκολα
γκόλ στην άμυνά της» .
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, με την ακριβώς αντίθετη
εικόνα: κρατικοποίηση τραπεζών και επανακρατικοποίηση ΔΕΚΟ (ΟΤΕ-λιμάνι Πειραιά
κ.ά), αύξηση δημοσίου τομέα, απόλυτος
έλεγχος της αγοράς με συμμετοχή και του κράτους ως επιχειρηματία (δηλαδή ό,τι
ακριβώς δοκιμάστηκε 30 χρόνια τώρα από το παλιό ΠΑΣΟΚ), διεθνιστικό προφίλ («θέλουμε
την αλληλεγγύη των λαών της Ευρώπης» δήλωσε ο αρχηγός του, ανακήρυξη ΑΟΖ σε συνεννόηση
με τους γείτονες κι όχι μονομερώς, αναγνώριση εθνικών μειονοτήτων στην Ελλάδα, «το
Αιγαίο δεν ανήκει ούτε στην Ελλάδα, ούτε στην Τουρκία, αλλά στα ψάρια του»
τονίζει μια εκ των συνιστωσών του κόμματος), έκδηλο ευρωσκεπτικισμό («Δεν μας ενδιαφέρει αν θα είμαστε ή
όχι στο ευρώ», δήλωσε ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας του
ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ Μανόλης Γλέζος, «Τι θα πάθουμε, δηλαδή; Τι θα πάθουμε
αν πληρώνουμε με δραχμές;» προσέθεσε
η βουλευτής του κόμματος Αφροδίτη Θεοπεφτάτου).
Βασικό επιχείρημα του νέου πόλου του
δικομματισμού η πολιτική καταγγελία του Μνημονίου και όλων των εφαρμοστικών
νόμων που ψηφίστηκαν έκτοτε, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που συνδέονται με το
κούρεμα του χρέους.
Βασικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ η εκ βάθρων αλλαγή
πολιτικής σε Ελλάδα και Ευρώπη. Για να το καταφέρει αυτό:
(α) θα καταργήσει τους νόμους της τελευταίας διετίας (αλλά
όχι και το νόμο Ραγκούση για την ιθαγένεια στους μετανάστες, τον οποίον άλλωστε
είχε υπερψηφίσει το 2009, ούτε το φορολογικό νόμο Παπακωνσταντίνου που φέτος εφαρμόζεται
για πρώτη φορά στο σύνολό του και θεωρεί τεκμήριο και την πρώτη κατοικία, ακόμα
κι αν είναι με νοίκι, ή ακόμα και αν δεν έχει αποπληρωθεί στις τράπεζες που
χρηματοδότησαν το στεγαστικό δάνειο),
(β) θα αυξήσει το φόρο στην ακίνητη περιουσία και στα
οικογενειακά εισοδήματα άνω των 2000 ευρώ μηνιαίως, προκειμένου να κάνει την
κοινωνική πολιτική που επιθυμεί και να βρεί τα χρήματα για να επανακρατικοποιήσει
δημόσιους οργανισμούς και
(γ) θα πατάξει τη φοροδιαφυγή (πάλι; λές και υπάρχει πια
άνθρωπος να δώσει φόρους) με την ίδρυση περιουσιολογίου (γνωρίζοντας βέβαια ότι
αυτό θα πάρει τουλάχιστον 3 χρόνια για να γίνει).
Μειονεκτήματα του ΣΥΡΙΖΑ, (α) η άρνηση των
υπολοίπων κομμάτων της ευρύτερης Αριστεράς (ΚΚΕ, ΔΗΜΑΡ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Οικολόγοι-Πράσινοι)
να συνεργαστούν μαζί του, (β) η αντιθέτως πολύ εύκολη συνεργασία και συμμετοχή
στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ πολλών στελεχών του παλαιού ΠΑΣΟΚ (Κουρουπλής,
Κοτσακάς, Ραυτόπουλος, Σακοράφα, Μητρόπουλος κ.ά.) και στελεχών της προπέρσινης
τακτικής του ΠΑΣΟΚ («λεφτά υπάρχουν»: Κατσέλη), (γ) η πολύ γενικόλογη τοποθέτηση
στα προβλήματα (καταγγέλλουμε τα μνημόνια αλλά όχι και τα δάνεια που λαμβάνουμε
ως χώρα από τους εταίρους μας), (δ) η παντελής έλλειψη συμμαχιών και μετώπων με
φορείς εξουσίας στην υπόλοιπη Ευρώπη και κυρίως (ε) η έλλειψη πειστικών εναλλακτικών
πολιτικών για την καταπολέμηση του δημοσίου ελλείμματος, της γραφειοκρατίας, της
αναξιοπιστίας και της αναποτελεσματικότητας του κράτους, της κατά κοινή
ομολογία έλλειψης παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής
οικονομίας, όπως και της λαθρομετανάστευσης (η πρόταση που λέει για απόδοση
ελληνικού διαβατηρίου σε όλους είναι απλά εξωπραγματική, αντεθνική και αντιευρωπαϊκή
επίσης).
Με δεδομένη την εικόνα του ΠΑΣΟΚ από την
εποχή Σημίτη και μετά, είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είναι σαφώς πιο καθαρός
ιδεολογικά από το ΠΑΣΟΚ (που έπαιζε πότε από εδώ και πότε από εκεί ανάλογα με
τα συμφέροντά του και τη διατήρηση της εξουσίας) και άρα πιο κατασταλαγμένος
στα βασικά χαρακτηριστικά και διλήμματα της εκλογικής αναμέτρησης που έρχεται.
Η μόνη ίσως διαφορά που υπάρχει στο
πολιτικό προφίλ των δύο σημερινών πόλων του δικομματισμού είναι η προοπτική της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Θα περίμενε
κανείς από μια τόσο φιλοευρωπαϊκή ΝΔ να είναι θετική και στο θέμα της ομοσπονδοποίησης
της Ευρώπης (ήτοι στην απόδοση εξουσιών από τα κράτη-μέλη στην Κομισιόν και στο
Ευρωκοινοβούλιο). Αυτό δε συμβαίνει όμως, καθώς η ΝΔ κρατά ένα βαθιά εθνοκεντρικό
προφίλ που τονίζει την προοπτική της εμβάθυνσης μιας συνομοσπονδίας αυτεξούσιων
κρατών, χωρίς προσθήκη νέων μελών. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, παρά την πολεμική
του στάση στην υπάρχουσα ευρωπαϊκή ισορροπία και στην πολιτική τιθάσευσης των
ελλειμμάτων που υπαγορεύει η Γερμανία (χωρίς ωστόσο και να αντιπροτείνει κάτι
σε αυτήν), αναφέρεται εμμέσως πλήν σαφώς
σε μια προοπτική περαιτέρω εμβάθυνσης ευρωπαϊκών θεσμών και πολιτικών, με στόχο
την ομοσπονδοποίηση και την πολιτική και κοινωνική ενοποίηση, χωρίς εθνικά
ταμπού. Βέβαια αυτήν την Ευρώπη των λαών, όπως την λέει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν την ενστερνίζεται
καμία κοινωνική ή πολιτική πλειοψηφία αλλού στην Ευρώπη… αλλά πάλι, πού αλλού
στην Ευρώπη μιλάνε για αύξηση του κράτους αντί για μείωσή του;
Τέλος, η κοινή συνισταμένη και των δυο
πόλων του νέου δικομματισμού (ΝΔ- ΣΥΡΙΖΑ) είναι η πόλωση του κλίματος ανάμεσά τους,
ώστε να περιοριστεί η εκλογική απόδοση των όποιων «θυγατρικών» τους και να αυξηθούν
τα ποσοστά του νέου δικομματισμού. Αυτό εκ των πραγμάτων φαίνεται να αποδίδει
καθώς η παρουσία ορισμένων από αυτές τις «θυγατρικές» είναι προφανώς ευκαιριακή
και ο πολιτικός τους λόγος πολύ περιορισμένος και χωρίς ιδεολογικό υπόβαθρο,
ενώ τα κόμματα των άκρων (ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Χρυσή Αυγή) δείχνουν να μειώνονται
αισθητά (κυρίως τα δυο πρώτα).
Έτσι λοιπόν, με δυο πόλους που -κατά τη
γνώμη μου- έχουν καθαρό ιδεολογικό προφίλ (φιλελεύθερο / εθνοκεντρικό για τη ΝΔ
από τη μία και σοσιαλιστικό / διεθνιστικό για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ από την άλλη), η
ψήφος μάλλον διευκολύνεται. Συνάμα όμως αποκτά και πολλαπλάσιο πολιτικό βάρος.
Κανείς πια δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από
μεσοβέζικες λύσεις, ή λογική ψήφου διαμαρτυρίας. Η ψήφος αυτή τη φορά θα είναι
για κυβέρνηση με προοπτική και ευθύνη. Προοπτική και ευθύνη εντός ή εκτός ευρώ.
Προοπτική και ευθύνη εντός ή εκτός Ευρώπης. Προοπτική και ευθύνη της τσέπης του
καθενός μας (ή τέλος πάντων ό,τι της έχει απομείνει) και της ιδεολογικής του
τοποθέτησης στα θέματα της εθνικής υπόστασης και ασφάλειας, της οικονομικής
ανάπτυξης, της διεθνούς θέσης της χώρας και της προοπτικής του καθενός μας για
τη σχέση του με το κεφάλαιο…
Αν δηλαδή θέλει κάποιος να μπορεί να γίνει
κάποια στιγμή πλούσιος (ή κεφαλαιοκράτης αν προτιμάτε) ή να επανέλθει σε αυτή
τη θέση, αν έχει μικρή ή μεγάλη ακίνητη περιουσία (είτε από κόπους δικούς του
είτε των γονιών του), προφανώς δεν μπορεί να δώσει ψήφο ενάντια στο κεφάλαιο,
ενάντια στη λογική και τους νόμους τη αγοράς (τουριστικής κι εμπορικής),
ενάντια στην ανταγωνιστικότητα και την αξιολόγηση, ούτε και ενάντια στη
σταθερότητα και την ευρωπαϊκή συνέχεια της χώρας. «Μετά την απομάκρυνση εκ του
ταμείου, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται»…
Ν. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
Εκπαιδευτικός, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου
Αθηνών, μέλος ΔΣ ΕΛΜΕ Σάμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου