28 Νοεμβρίου 1912
Στις
28 Νοεμβρίου 1912 έπεφτε υπέρ Πατρίδος ο
Λορέντζος Μαβίλης στον Δρίσκο. Σε ηλικία
53 ετών και , παρότι υπήρξε βουλευτής ,
δεν δίστασε να πολεμήσει για την
απελευθέρωση των σκλάβων αδελφών της
Ηπείρου . Τότε ήταν διάσημος ποιητής
και θα μπορούσε να μείνει στην ασφάλεια
των μετόπισθεν . Κανένας δεν θα τον
κατηγορούσε και λόγω ηλικίας .Και όμως
το τόλμησε .
Δεν έχουμε στην Ελληνική Ιστορία ανάλογο παράδειγμα . Βουλευτής να φορά την στρατιωτική στολή και να μάχεται στην πρώτη γραμμή . Και να πέφτει ηρωικά ,για να τιμήσει με το αίμα του την γεμάτη αγώνα και δημιουργία ζωή του . Στο ύψωμα του Δρίσκου ένα σεμνό μνημείο θυμίζει τον Ήρωα ποιητή που κόσμησε τις σελίδες της Λογοτεχνίας μας και το Πάνθεον των Ηρώων της Ιστορίας μας .
ΛΙΓΑ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε το 1860 στην Ιθάκη και είχε Ισπανική καταγωγή. Ο παππούς του, εκ πατρός, ήταν πρόξενος της Ισπανίας στην Κέρκυρα, όπου η οικογένειά του είχε εγκατασταθεί. Στην Κέρκυρα πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Πήγε στην Γερμανία το 1880 για να σπουδάσει φιλολογία και φιλοσοφία. Οι σπουδές συνεχίστηκαν επί δεκατέσσερα χρόνια και επηρεάστηκε από τις θεωρίες του Νίτσε (έχει γράψει και σονέτο με τίτλο "Υπεράνθρωπος"), την "Κριτική του Καθαρού Λόγου" του ορθολογικού Ιμμάνουελ Καντ, και από την "Βουλησιαρχία" του απαισιόδοξου Αρθούρου Σοπενχάουερ. Ασχολήθηκε με τα σανσκριτικά φιλοσοφικά κείμενα και μετέφρασε αποσπάσματα από το ινδικό έπος Μαχαμπχαράτα.
Κατά την παραμονή του στη Γερμανία, ασχολήθηκε με την σύνθεση λυρικών ποιημάτων (κύρια σονέτων), και σκακιστικών προβλημάτων που δημοσιεύτηκαν σε γερμανικά έντυπα.Ο Μαβίλης το 1896 συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης, πολεμώντας μαζί με τους αντάρτες στα κρητικά βουνά. Κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, ο Μαβίλης συγκέντρωσε εβδομήντα Κερκυραίους εθελοντές και πήγαν να πολεμήσουν στην Ήπειρο, όπου και τραυματίστηκε στο χέρι. Τα έξοδα της εκστρατείας των εθελοντών αυτών τα κάλυπτε ο ίδιος. Γίνεται ο ενθουσιώδης κήρυκας του ξεσηκωμού το 1909 και το1910 .
Εκλέγεται βουλευτής Κερκύρας. Υπερασπίζοντας τη δημοτική γλώσσα σαν αντιπρόσωπος της Κέρκυρας μέσα στην Ελληνική Βουλή είπε, απευθυνόμενος στους καθαρευουσιάνους: Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν. ("Εφημερίς των συζητήσεων της Βουλής", Β' Αναθεωρητική Βουλή, 1911, σελ. 689, συνεδρίασις 36).Στις 28 Νοεμβρίου 1912 επικεφαλής του λόχου του των εθελοντών, σκοτώθηκε στη Μάχη του Δρίσκου κοντά στα Ιωάννινα, κατά τον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΙ Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΔΡΙΣΚΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
Στον Βαλκανικό πόλεμο
του 1912 ο Μαβίλης παρά τα 53 του χρόνια
κατετάγη εθελοντής λοχαγός των
Γαριβαλδινών ερυθροχιτώνων. (Ονομαζόταν
Γαριβαλδινοί οι εθελοντές Έλληνες και
ξένοι από το όνομα του αρχηγού τους,
Ιταλού στρατηγού, Γαριβάλδη. Ερυθροχίτωνες
λέγονταν λόγω του κόκκινου χιτώνα που
φορούσαν.) Εκείνη την εποχή ο Μαβίλης
ήταν το βασιλόπουλο του παραμυθιού για
μια μεγάλη ποιήτρια, την κυρία Θεώνη
Δρακοπούλου ή Μυρτιώτισσα, όπως φιλολογικά
επέλεξε να ονομάζεται. Η αγάπη αυτή, όσο
σαγηνευτικό δόλωμα κι αν ήταν, δεν
μπόρεσε να τον κρατήσει κοντά της. Η
φωνή της πατρίδας κάλυψε τη φωνή της
καρδιάς. «Σ' αγαπώ/ δεν μπορώ/ τίποτ' άλλο
να πω/ πιο βαθύ, πιο απλό, πιο μεγάλο!»
έγραφε για 'κείνον η ερωτευμένη ποιήτρια.
Μα αυτός τραβούσε για τα μεγάλα ιδανικά
«στην κορφή της ζωής, όπου ροδίζει/ της
Λευτεριάς αμόλευτος αγέρας/ και σαν
ήχος αθάνατης φλογέρας/ η ποίηση, αηδόνι
θείο, καλοκαρδίζει&» Όχι πως δεν
αγαπούν και οι ποιητές «μα τους θεριεύει
ο πόθος του θανάτου/ με τ' αγιασμένα
δαφνοστέφανά του».
Στις 28 Νοεμβρίου 1912 στο χωριό Δρίσκος, κοντά στα Γιάννενα, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν σφοδρή αντεπίθεση κατά των Γαριβαλδινών εθελοντών που ήδη είχαν προχωρήσει πολύ. Ο Μαβίλης μάχεται ηρωικά, επικεφαλής των στρατιωτών του που αποδεκατίζονται απ' τα εχθρικά βόλια.
Στις 28 Νοεμβρίου 1912 στο χωριό Δρίσκος, κοντά στα Γιάννενα, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν σφοδρή αντεπίθεση κατά των Γαριβαλδινών εθελοντών που ήδη είχαν προχωρήσει πολύ. Ο Μαβίλης μάχεται ηρωικά, επικεφαλής των στρατιωτών του που αποδεκατίζονται απ' τα εχθρικά βόλια.
Σε μια στιγμή της μάχης μια σφαίρα του διατρυπά τα δύο μάγουλα χαλώντας και πολλά δόντια του. Ενώ μεταφέρεται αιμόφυρτος στο προσωρινό νοσοκομείο ένα δεύτερο βόλι τον βρήκε στο στόμα. Εκείνη τη στιγμή έφτανε στο χειρουργείο και ο αρχηγός, Αλέξανδρος Ρώμας. Είδε τον Μαβίλη και κατάλαβε. «Σε συγχαίρω απ' την καρδιά μου!» λέει δίνοντάς του το χέρι. Ο Μαβίλης μάζεψε τις στερνές του δυνάμεις, στάθηκε προσοχή και πήρε το χέρι του αρχηγού. Το αίμα που έτρεχε σ' όλο το δρόμο απ' τις πληγές των παρειών του πάγωνε το λαιμό του και του δυσκόλευε την αναπνοή. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Τους κάνει νοήματα να του δώσουν χαρτί, να γράψει. Τα αίματα στάζουν απ' όλες τις μεριές και οι βολές του πυροβολικού ακούγονται τώρα κοντύτερα.
Αλλά δεν προφταίνει ούτε να γράψει. Ο παπα-Φώτης του κλείνει τα μάτια. Ο Πιπίνος Γαριβάλδης, ο μόνος εκείνη τη στιγμή στρατιωτικός, στέκεται προσοχή και τον χαιρετάει. Οι άλλοι σταυροκοπιούνται. Ο Μαβίλης είναι πλέον νεκρός, ξαπλωμένος στο πεζούλι της Αγίας Παρασκευής. Τον έχουν σκεπάσει με τον ματωμένο μανδύα του. Έχει περάσει πλέον στην αιωνιότητα κερδίζοντας «δώρα άγια τρία: ΘΑΝΑΤΟ, ΑΘΑΝΑΣΙΑ Κ' ΕΛΕΥΤΕΡΙΑ» όπως το ήθελε.
ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ
Ο Λορέντζος Μαβίλης είναι ο κατ’ εξοχήν σονετογράφος της ελληνικής ποιήσεως, την οποία οδηγεί σε υψηλότατα σημεία. Δείγματα σονέτων έχουμε και παλαιότερα, από την συλλογή Κυπριακών ερωτικών ποιημάτων και από την Κρητική περίοδο της νέας ελληνικής λογοτεχνίας.
Ο Δ.Σολωμός έγραψε σονέτα (στα Ιταλικά), όπως και οι λοιποί εκπρόσωποι της επτανησιακής σχολής, αλλά και της Αθηναϊκής (Γ.Δροσίνης, Κ.Παλαμάς, Α.Εφταλιώτης, Ι.Γρυπάρης). Ο Μαβίλης όμως, είναι ο κύριος εκπρόσωπος του σονέτου. Τα θέματά του αναφέρονται στην μυθική και ιστορική παράδοση και ζωή. Εξυμνεί δε, την Ελλάδα και την φύση. Είναι ποιήματα τα οποία πηγάζουν από την καρδιά και απευθύνονται σε καρδιές: «Πατρίδα», «Λήθη», «Ελιά», «Καρδάκι», «Νίκη», «Υπεράνθρωπος», «Καλλιπάτει ρα».
Στον Ηλειακό χώρο ο Λογοτέχνης Στάθης Δάγλαρης έχει ασχοληθεί διεξοδικά με την προσωπικότητα του Μαβίλη . Με σειρά δημοσιευμάτων έχει προβάλει το έργο και τον αγώνα του για την Δημοτική .
Τον ενθουσίασε το μήνυμα της Ολυμπίας . Ο ίδιος είχε ζήσει από κοντά την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων . Δείγμα αυτού του θαυμασμού είναι το σονέτο για την Καλλιπάτειρα και την θρυλική ιστορία της .
Καλλιπάτειρα
Αρχόντισσα
Ροδίτισσα, πώς μπήκες;
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε. Έχω ένα ανήψι, τον Ευκλέα,
τρία αδέλφια, γιο, πατέρα Ολυμπιονίκες.
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε. Έχω ένα ανήψι, τον Ευκλέα,
τρία αδέλφια, γιο, πατέρα Ολυμπιονίκες.
Να
με αφήσετε πρέπει, Ελλανοδίκες,
Κι εγώ να καμαρώσω μες τα ωραία
κορμιά, πού για το αγρίλι του Ηρακλέα
παλεύουν, θαυμαστές ψυχές αντρίκιες.
Κι εγώ να καμαρώσω μες τα ωραία
κορμιά, πού για το αγρίλι του Ηρακλέα
παλεύουν, θαυμαστές ψυχές αντρίκιες.
Με
τες άλλες γυναίκες δεν είμαι όμοια.
Στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζη
με της αντριάς τα αμάραντα προνόμια.
Στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζη
με της αντριάς τα αμάραντα προνόμια.
Με
μάλαμα γραμμένος το δοξάζει
σε αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου
ύμνος χρυσός του αθάνατου Πινδάρου.
σε αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου
ύμνος χρυσός του αθάνατου Πινδάρου.
Για τον Μαβίλη έγραψε ο πανεπιστημιακός του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Παναγιώτης Νούτσος.
Ο
ποιητής και η πάλη των τάξεων
Ο Μαβίλης χάθηκε νωρίς στο Δρίσκο χωρίς να μετάσχει στην επιτέλεση των καθοριστικών γεγονότων αυτής της δεκαετίας που, από μια άποψη, δεν τον διέψευσαν ως προς τη στάση των στελεχών του Λαϊκού Κόμματος κατά την εργώδη πραγματοποίηση του «ανορθωτικού» σχεδίου του Βενιζέλου, που ήδη από τη σύλληψή του έκαμψε τον «πεσσιμισμό» του ποιητή. Ως πολιτικός διανοούμενος, στα μικρά διαστήματα της συναφούς απορρόφησής του στο δίπολο εθνικού και κοινωνικού ζητήματος, είχε στο στόχαστρό του τη γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση που σύμφωνα με τον Παλαμά ήταν το ομόλογο της εξωτερικής πολιτικής της χώρας: «σκλάβα η πατρίδα σε πολλά του Τούρκου ακόμα και σε περισσότερα του δάσκαλου».
Σ' αυτήν ακριβώς τη συστοίχηση εθνικής και κοινωνικής ολοκλήρωσης ο Μαβίλης ψηλαφούσε διστακτικά τα κράσπεδα του δεύτερου όρου της συζυγίας. Ο Ν. Γιαννιός, που με άλλη αφετηρία οδηγήθηκε στην κριτική υποστήριξη προς την πολιτική του Κόμματος Φιλελευθέρων, κατέγραψε αρκετά πρώιμα μια «φιλική εξομολόγηση» του «αληθινού ποιητή και χρηστού ανθρώπου», στην Κέρκυρα το 1906: «Οταν του παρατηρήσαμε πως μια τέτοια ιδιοσυγκρασία σαν τη δική του, τέτοια όπως εκδηλώνουνταν στις ομιλίες μας, δεν μπορούσε παρά ν' αγαπήση το Σοσιαλισμό, μας απάντησε μ' όλη του εκείνη τη μαβιλική ειλικρίνεια: "Δεν έχω μελετήση το ζήτημα".
Αλλοιώτικα, αν οι παλαιοί εφτανησιώτες καλλιτέχνες εγνώριζαν το σοσιαλιστ. ζήτημα, ίσως να γίνουνταν και σοσιαλιστές όπως έγιναν σχεδόν όλοι οι σημερινοί Κερκυραίοι καλλιτέχνες και δημοτικιστές». Το μετέωρο ωστόσο βήμα του Μαβίλη προς την αναμόρφωση των δομών της ελληνικής κοινωνίας, όπως το επιχείρησε ως μετριοπαθής συνοδοιπόρος των «Κοινωνιολόγων», συντελέστηκε αφού ήδη είχε στρατευθεί στην υπόθεση σύζευξης έθνους και κράτους, όπως μάλλον την προδιέγραψε ο Σκληρός (1907) συνδέοντας τον «εσωτερικόν πόλεμον» των κοινωνικών τάξεων με την καλύτερη στρατιωτική οργάνωση της χώρας, ακριβώς για να εκπληρωθεί η εθνική της αποστολή που συνιστά «όχι μόνον δι' ημάς όλους, αλλά και δι' αυτήν την κυριαρχούσαν τάξιν μας ειλικρινή επιθυμία και ιδεώδες».
Αγέραστος γαριβαλδινός ο Μαβίλης σφράγισε τη ζωή του με την αγωνιστική προσήλωση σ' αυτό το «ιδεώδες», τερματίζοντας επίσης την αμηχανία που τον διακατείχε στην ανίχνευση του οράματος μιας «βαθύτερης και ριζικώτερης» μεταβολής.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ:
Γεώργιος Κουρκούτας, Φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου