Όπως έχουμε από την πρώτη στιγμή πει, αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι περισσότερο χρόνος, παρά χρήμα.
Έχοντας σπαταλήσει άφθονο χρόνο και άφθονο χρήμα, τόσο στο πρόσφατο όσο και στο απώτερο (έως… απώτατο) παρελθόν, ήταν βέβαιο πως – από τη στιγμή που κάθε πακέτο βοήθειας περνά από την έγκριση όλων των κοινοβουλίων των χωρών-μελών της ευρωζώνης – οι δανειστές θα δυσκολεύονταν να ζητήσουν και άλλα χρήματα και νέες εγγυήσεις από τους λαούς τους.
(Στο σημείο αυτό υπενθυμίζω για άλλη μια φορά πως και στις άλλες χώρες υπάρχουν κοινοβούλια, αντιπολιτεύσεις, εκλογικές διαδικασίες και πως όλα αυτά δεν αποτελούν πλέον προνόμιο της περίφημης «χώρας που γέννησε τη Δημοκρατία»).
Για τον λόγο αυτό επιδιώχθηκε από την αρχή ως κεντρικός στρατηγικός στόχος η επίτευξη μιας όσο το δυνατόν ηπιότερης και ευνοϊκότερης έκθεσης της τρόικας, ώστε να την πάνε και οι δανειστές με τη σειρά τους στους λαούς τους και να διευκολυνθεί η κατάσταση.
Μετά από μια πρωτοφανή εκστρατεία δυσφήμησης της χώρας, κάτι καλύτερο σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν μπορούσε να γίνει.
Από τη στιγμή που, καλώς ή κακώς (κακώς στην δική μας περίπτωση) χάνεται η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία, τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ.
Το είπε άλλωστε χθες και ο Σόιμπλε: Η εμπιστοσύνη χάνεται με μεγάλη ταχύτητα και η ανάκτησή της απαιτεί πολύ περισσότερο χρόνο.
Από την άλλη πλευρά, την πλευρά της ζοφερής πραγματικότητας, οι Έλληνες δεν αντέχουν να περιμένουν για πολύ.
Και απαιτούν αποτελέσματα εδώ και τώρα.
Απαιτούν λύσεις, ανάπτυξη και, πάνω απ’ όλα, Δικαιοσύνη.
Δεν είναι δυνατόν να περνούν τα δισεκατομμύρια πάνω από τα κεφάλια τους – καταλήγοντας σε διάφορους φορολογικούς παραδείσους – και οι ίδιοι να υποβάλλονται στις αιματηρότερες θυσίες που γνώρισε η χώρα μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο.
Η πάταξη της φοροδιαφυγής και η παραδειγματική τιμωρία των φοροφυγάδων είναι καθολικό αίτημα.
Όπως καθολικό αίτημα είναι να έλθουν πίσω στη χώρα όλα αυτά τα χρήματα που με μαυραγορίτικο τρόπο βρέθηκαν εκτός συνόρων.
Μαζί με την έξοδο από το μνημόνιο, αυτό πρέπει να είναι ο σκοπός της ζωής όλων μας.
Από εκεί και πέρα, έχει δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό κλίμα μεταξύ των εταίρων, προκειμένου να δοθεί η αναγκαία επιμήκυνση, όσον αφορά στον χρόνο της εφαρμογής του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αυτή ήταν η βασική – μαζί με την παραμονή στο ευρώ – προεκλογική εξαγγελία των κομμάτων που στηρίζουν την παρούσα κυβέρνηση.
Και ουδείς μπορεί να ισχυριστεί πως δεν υπήρξαν οι αναγκαίες διαπραγματεύσεις ώστε να καταλήξουμε να συζητούν και άλλοι το θέμα της επιμήκυνσης.
Ο Γάλλος Πρόεδρος Ολάντ, ο Ολλανδός πρωθυπουργός Ρούτε – και όλοι θυμούνται πόσο αρνητική ήταν η Ολλανδία μέχρι πρότινος – ο Αυστριακός Πρόεδρος Φάιμαν, ακόμη και η Αυστριακή υπουργός Οικονομικών Φέκτερ, όλοι αναγνωρίζουν τώρα αυτήν την ανάγκη.
Αλλά επειδή αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως «νίκη» της κυβέρνησης – αν μπορούμε να μιλάμε για νίκη και αν έχει κανείς διάθεση να θριαμβολογεί υπό τις παρούσες συνθήκες – τώρα που η επιμήκυνση βρίσκεται επί θύραις, άρχισε νέο τροπάριο:
«Επιμήκυνση σημαίνει παράταση της ύφεσης», λένε τώρα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ίδιοι – και όλοι οι λεγόμενοι «αντιμνημονιακοί» - μέχρι πριν από λίγες ημέρες διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους ότι η κυβέρνηση εγκατέλειψε την επαναδιαπραγμάτευση και επομένως και την επιμήκυνση.
Τώρα προετοιμάζουν προπαγανδιστικά το έδαφος για την περίπτωση που θα δοθεί ο χρόνος τον οποίο ζητάμε, ώστε να μέτρα να μην εφαρμοστούν σε ορίζοντα δύο ετών, αλλά τριών και τεσσάρων.
Δεν υποστηρίζω πως αρκεί η επιμήκυνση για να λυθούν τα προβλήματα της χώρας.
Η χώρα πρέπει να χτυπήσει ανελέητα τη φοροδιαφυγή και να αποκτήσει έσοδα, ώστε να μην στηρίζεται στα δανεικά.
Επ’ αυτού, όμως, δεν υπάρχουν προτάσεις – πλην της με κάποιον τρόπο ολέθριας στάσης πληρωμών (και άρα εξόδου από το ευρώ) – εκ μέρους αυτών που στα καλάθια δεν χωρούν, στα κοφίνια περισσεύουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου