Φτάνοντας στο πανηγύρι της Βλαχέραινας με το κάρο, από το μετόχι (από το φωτογραφικό αρχείο
Ντίνου Ψυχογιού, δεκαετία 1950)
Για
την ευρύτερη περιοχή που ορίζει το ακρωτήριο Χελωνάτας, την κορυφή του οποίου στεφανώνει
το φράγκικο κάστρο Χλεμούτσι, το τέλος της καλοκαιρινής περιόδου και της ζωής
στα μετόχια οριζόταν από τη γιορτή της Γέννησης της Παναγίας, στις 8 Σεπτέμβρη,
οπότε πανηγυρίζει το παμπάλαιο μοναστήρι της Παναγίας της Βλαχέραινας, κρυμμένο
μέσα σε μια ρεματιά, ανάμεσα στο Κάστρο και στην Κυλλήνη.Ντίνου Ψυχογιού, δεκαετία 1950)
Όταν πια οι καρποί, κυρίως το πολύτιμο στάρι, ήταν αποθηκευμένοι, η σταφίδα πουλημένη, τα σταφύλια έτοιμα για τρύγο, οι ελιές φορτωμένες, όλοι οι κάτοικοι της περιοχής, άλλοι από τα χωριά και τις κωμοπόλεις και άλλοι από τα μετόχια, ξεσηκώνονταν νύχτα ακόμα, ανήμερα της γιορτής και, φορτωμένοι κατά οικογένειες, μαζί με τα φαγητά και τις νταμιζάνες με το κρασί, στα κάρα (αρκετές γυναίκες με πεζοπορία, ξυπόλυτες, σε εκπλήρωση σχετικού τάματος), ξεκινούσαν για το μοναστήρι.
Ήταν η χρονική στιγμή που έπρεπε να ευχαριστήσουν τελετουργικά,
στο πρόσωπο της Μητέρας αγίας Άννας και
της νεογέννητης ιερής κόρης Παναγίας (όπως αιώνες πριν τιμούσαν τη
Δήμητρα-και-την Κόρη), τη Μάνα-Γη[3] που τους απέδωσε όλους αυτούς τους καρπούς,
να παρακαλέσουν για την έναρξη της περιόδου των βροχών και να ευλογηθούν για
τον επερχόμενο χειμώνα και για τη νέα φάση της αγροτικής ζωής, μέσα στον
παραδοσιακό κύκλο του χρόνου. Κατέλυαν
κάτω από συγκεκριμένες παραδοσιακά κατά σόγια,
αιωνόβιες ελιές του τεράστιου ελαιώνα που περιβάλλει το μοναστήρι και
που ανήκει σε αυτό. Πλουμιστά υφαντά στρωσίδια και κατάλευκες «μεσάλες» απλώνονταν
κατάχαμα στη σκιά, δίπλα στα στημένα όρθια κάρα, ενώ τα άλογα έβοσκαν ομαδικά
στις παρυφές του ελαιώνα.
Το μοναστήρι της Βλαχέραινας πριν γκρεμιστούν τα παλιά κελιά (φωτ. Ντίνος Ψυχογιός, 1957)
Πανηγυριώτες στον αυλόγυρο του μοναστηριού της Βλαχέραινας και το προσκύνημα της εικόνας κατά τον πανηγυρικό εσπερινό (2006)
Η
σπηλαιώδης πηγή με το αγίασμα μέσα στον μοναστηριακό ελαιώνα, όπου κατά
την τοπική παράδοση έγινε η "εύρεση" της εικόνας της Παναγίας (2006)
Μετά την πανηγυρική λειτουργία στο βυζαντινό και με φράγκικες παρεμβάσεις, περίτεχνο καθολικό
του μοναστηριού και τη λιτάνευση της εικόνας της «μαύρης»[4]
Παναγίας από την ιερή σπηλαιώδη πηγή της
«εύρεσής» της (κατά τον τοπικό μύθο) μέχρι το μοναδικό πηγάδι στα ανατολικά του
μοναστηριού, μέσα στον ελαιώνα, οι
προσκυνητές σκορπίζονταν, κάτω από τη «δική του» ελιά κάθε σόι, όπου είχαν καταλύσει. Εκεί άπλωναν τα ταψιά με
τα ψητά κοτόπουλα, τις μπουγάτσες, τις
πίτες, τα τυριά, τα καρβέλια με το ζυμωτό ψωμί, τα καρπούζια και τα πεπόνια, τα
πρώτα σταφύλια, τις νταμιζάνες με το κρασί και άρχιζε το φαγοπότι με
αλληλο-κεράσματα ανάμεσα στους πανηγυριώτες.
Ακολουθούσε γλέντι με τραγούδι και
χορό, με τη μουσική υπόκρουση «γύφτικων ζυγιών», μουσικούς οργανοπαίχτες από
τις τοπικές κοινότητες Ρομά, που κατέφθαναν στο πανηγύρι. Ο σιωπηλός ολοχρονίς,
αιωνόβιος ελαιώνας αντιβούιζε από τις φωνές, τα γέλια, τα τραγούδια, τον
εκστατικό ήχο της πίπιζας και του νταουλιού, μέχρι τις απογευματινές ώρες. Έμποροι
με είδη οικιακής χρήσης, κυρίως ξυλόγλυπτων εργαλείων για το ζύμωμα και το
φούρνο (σκάφες, σκαφίδια, κρισάρες, φτυάρια, πλαστήρια, πινακωτές κ.λπ.) ή
πωλητές παστελιού, ψητής γουρουνοπούλας, σταφυλιών και κουκουνάρας, συμπλήρωναν το πανηγύρι.
Πανηγυριώτες από το Νιοχώρι στη Βλαχέραινα (από το οικογενειακό φωτογραφικό αρχείο, τέλη δεκαετίας 1930)
Τρώγοντας κάτω απότις ελιές στο πανηγύρι της Βλαχέραινας (δεκαετία 1980)
Πανηγύρι Βλαχέραινας. Κουκουνάρες, σταφύλια και καλαμπόκια προς πώληση (2006)
Σήμερα, παρόλο που η καλλιέργεια της σταφίδας έχει
περιοριστεί τα μέγιστα και έχει εκλείψει σχεδόν η μετάβαση και παραμονή στα
μετόχια, ο κόσμος εξακολουθεί βεβαίως να πανηγυρίζει στη Βλαχέραινα. Όμως το πανηγύρι γίνεται πλέον κυρίως
αποβραδύς με επίκεντρο τον πανηγυρικό εσπερινό και γλέντι κάτω από τις ελιές σε
«μαγαζιά» που στήνουν ντόπιοι παραγωγοί όπου πωλούν και σερβίρουν ψητή γουρουνοπούλα, σουβλάκια και μπύρες.
Πανηγύρι Βλαχέραινας, παραμονή βράδυ. Γουρουνοπούλες και σουβλάκια στα κάρβουνα (2006)
Οι
κουκουνάρες έχουν εκλείψει, ενώ έχουν
αυξηθεί εντυπωσιακά τα «μαγαζιά», οι πρόχειροι πάγκοι με κάθε είδους
εμπορεύματα, που στήνονται κυρίως από Ασιάτες, κυρίως Κινέζους, και Αφρικανούς
εμπόρους, οικονομικούς μετανάστες.
Πανηγύρι Βλαχέραινας. Πραμάτειες για πώληση (2006)
Αρκετοί γλεντάνε με χορό και τραγούδι με τη
συνοδεία «γύφτικης ζυγιάς» αλλά οι πίπιζες και τα νταούλια συμπληρώνονται τώρα
και με τουμπελέκια, ακορντεόν ή άλλα
όργανα. Λιγότεροι είναι εκείνοι που συμμετέχουν ανήμερα στην πανηγυρική
λειτουργία, ελάχιστοι αυτοί που καταλύουν κάτω από τις ελιές με σπιτικό φαγητό.
Πανηγύρι Βλαχέραινας, παραμονή. Γλέντι με Ρομά μουσικούς (2006)
Επίλογος
Τα μετόχια ήταν σε πλήρη χρήση ως τα τέλη της δεκαετίας
του 1950, αρχές του ’60. Η σταδιακή εγκατάλειψη του προ-βιομηχανικού τρόπου
παραγωγής και της καλλιέργειας της σταφίδας, η στροφή σε νέες εκτεταμένες καλλιέργειες
με μηχανικά μέσα, η μαζική εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση, η αστυφιλία, η
διάδοση των αγροτικών αυτοκινήτων που
ελαχιστοποιούν τις αποστάσεις και ο διαφορετικός τρόπος ζωής και
παραγωγής που οι αλλαγές αυτές συνεπάγονται, είναι κύριοι λόγοι για την παρακμή
και την εγκατάλειψη των μετοχιών. Αρκετά επιβίωσαν μέχρι πρόσφατα ως αποθήκες
ζωοτροφών και γεωργικών εργαλείων. Ωστόσο η συγκέντρωση τέτοιων αναγκών κοντά
στα σπίτια, όπως επιτρέπει η μεταφορά με
τα αγροτικά αυτοκίνητα, συνέβαλε επιπλέον στο
να έχουν σχεδόν εξαφανιστεί τα μετόχια από το σύγχρονο αγροτικό τοπίο
στη ΒΔ Πελοπόννησο, εκτός από τις λίγες περιοχές όπου εξακολουθεί η καλλιέργεια
της σταφίδας, κυρίως στην περιοχή του Δήμου Ήλιδας, στην Ηλεία. Την ταπεινή παρουσία τους στην εξοχή αντικαθιστούν όλο και
περισσότερο κάτι θηριώδη κτίρια που
χρησιμοποιούνται ως σταύλοι (δεδομένης της εξαφάνισης και της νομαδικής ή
μεταβατικής κτηνοτροφίας, οπότε τα ζώα σταβλίζονται ολοχρονίς στους
κάμπους) ή κυρίως ως
συσκευαστήρια-αποθήκες των αγροτικών προϊόντων, που παράγονται σε τεράστιες
ποσότητες από τις εκτεταμένες μηχανοκαλλιέργειες.
Όσοι από μας προλάβαμε στην παιδική ηλικία μας (αφού οι μεγαλύτεροι έχουν πλέον εκλείψει, οι
περισσότεροι) να ζήσουμε τη χρήση και τη λειτουργία των μετοχιών, έστω σε
αρχόμενη παρακμή, κρατάμε ως πολύτιμη παρακαταθήκη τις εμπειρίες μας, σαν ένα
είδος χαμένου παράδεισου.
[1] Για τη διευρυμένη οικογένεια τις συγγενικές,
κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις των
μελών της μεταξύ τους και με την ευρύτερη κοινότητα και για την περιοχή της
Ηλείας, βλ. Δημήτρης Ψυχογιός, Προίκες,
φόροι, σταφίδα και ψωμί, ΕΚΚΕ, Αθήνα 1987. Βλ. επίσης, Ντίνος
Ψυχογιός, "Τα χτήματα", Ηλειακά ΛΑ΄(1979, σ. 922-930 και στα επόμενα
τεύχη, σε συνέχειες, στη συγκεντρωτική, φωτομηχανική ανατύπωση όλων των
τευχών από το "Βιβλιοπανόραμα" Αμαλιάδα 2008.
[2] Για τη θέση και το ρόλο του «γέρου» στην
παραδοσιακή, διευρυμένη οικογένεια, βλ. Δημήτρης Ψυχογιός, ό. π.
[3] Βλ. σχετικά Ελένη Ψυχογιού, ««Μαυρηγή» και Ελένη.
Τελετουργίες θανάτου και αναγέννησης, Ακαδημία Αθηνών, Δημοσιεύματα Κέντρου
Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, αρ. 24, Αθήνα 2008. Της ίδιας, «Tο
πανηγύρι της Παναγίας της Λάμιας
στα Διλινάτα στο πλαίσιο της
“μεγάλης αφήγησης” για την Mητέρα-Γη (εθνογραφικό ημερολόγιο επιτόπιας
έρευνας)», Κυμοθόη 20 (201ο) , σ. 163-199.
[4] Βλ. σχετικά, Ε. Ψυχογιού, «Μαυρηγή» και Ελένη,…, ό.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου